Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
γαλανάδα — η η ιδιότητα τού γαλανού, το γαλανό χρώμα … Dictionary of Greek
γαλανάδα — η το γαλανό χρώμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)